|
|
Η διάμεση κυστίτιδα ή σύνδρομο της επώδυνης κύστης (Painful
bladder syndrome (PBS),
Interstitial cystitis (IC))
όπως είναι πιο σωστό να λέγεται,
είναι μια χρόνια νόσος της ουροδόχου κύστης αγνώστου
αιτιολογίας με κύρια συμπτώματα τον πόνο, το αίσθημα
δυσάρεστης πίεσης στην περιοχή της ουροδόχου κύστης
(πυελικός πόνος), καθώς και τη δυσάρεστη και επιμένουσα
συχνουρία μέρα και νύχτα.
Παρόλο που τα συμπτώματα μοιάζουν με ουρολοίμωξη,
δεν υπάρχουν μικρόβια στη εξέταση ούρων, ούτε
ανευρίσκεται άλλη αιτία η οποία να τα εξηγεί.
Πιο συγκεκριμένα, τα χαρακτηριστικά συμπτώματα της νόσου
είναι ο πόνος, η συχνουρία και η επιτακτική
ανάγκη για ούρηση. Το αίσθημα πόνου ή δυσάρεστης
πίεσης στην περιοχή της ουροδόχου κύστης αυξάνεται
όσο γεμίζει η κύστη με ούρα, και ανακουφίζεται με την
εκκένωση αυτής.
Ο πόνος εκτός από την υπερηβική περιοχή καμιά φορά
επεκτείνεται χαμηλά στη οσφυϊκή χώρα, στις βουβωνικές
περιοχές ή ακόμα και στους μηρούς.
Η νόσος
εμφανίζεται σε 9πλάσια αναλογία στις γυναίκες από
τους άνδρες.
Στους άνδρες ύπαρξη πόνου στους άρχεις, το πέος και το
περίνεο δεν είναι σπάνιο φαινόμενο,
για αυτό το λόγο η πλειονότητα των ανδρών που στη
πραγματικότητα πάσχει από σύνδρομο της Επώδυνης Κύστης /
Διαμέσου Κυστίτιδας τους έχει δοθεί εσφαλμένα η διάγνωση
της
χρόνιας προστατίτιδας.
Στις γυναίκες ειδικότερα μπορεί να συνυπάρχει κολπικός
πόνος, πόνος στην ουρήθρα ή πόνος κατά την σεξουαλική
επαφή (δυσπαρεύνια). Τα συμπτώματα μπορεί να ξεκινήσουν
ξαφνικά χωρίς κανένα εμφανή λόγο, αλλά μερικές φορές
ακολουθούν μια χειρουργική επέμβαση (ειδικά στις
γυναίκες μετά αφαίρεση της μήτρας, ή μετά από γέννα), ή
μια ουρολοίμωξη.
Οι
ξαφνικές ύφεσης και εξάρσεις της νόσου είναι ένα
άλλο χαρακτηριστικό του συνδρόμου της Επώδυνης
Κύστης / Διαμέσου Κυστίτιδας . Πολλές γυναίκες
βρίσκουν τα συμπτώματα τους να γίνονται χειροτέρα
λίγο πριν την έμμηνο ρύση, ή κατά την εμμηνόπαυση.
Πολλοί άλλοι ασθενείς
ανεξαρτήτου φύλου εμφανίζουν επιδείνωση της
κατάστασης σε περιόδους
stress
ή άγχους. Η
ψυχολογική κατάσταση του ασθενούς παίζει
σημαντικότατο ρόλο στο τρόπο με τον οποίο το
σύνδρομο της Επώδυνης Κύστης / Διαμέσου Κυστίτιδας
εμφανίζεται και επηρεάζει την ζωή των πασχόντων.
Η
ψυχολογική κατάσταση του ασθενούς αλλά κυριότερα η
ποιότητα ζωής του επιδεινώνεται από την βαρειά
συχνουρία η οποία δεν αφήνει τον ασθενή όχι μόνο να
ταξιδεύσει και να εργαστεί αλλά ούτε να βγει έξω από
το σπίτι του για απλές καθημερινές ασχολίες. Μόνιμη
αγωνία του/της ασθενούς αποτελεί η ύπαρξη σε πολύ
κοντινή απόσταση της τουαλέτας.
Παρόλη
την έρευνα που γίνεται για νόσο αυτή, η αιτία της
είναι ακόμη άγνωστη. Η επικρατούσα άποψη είναι ότι η
νόσος έχει πολυπαραγοντική αιτιολογία, και δεν
ευθύνεται για αυτή μόνο ένας παράγοντας. Αυτοί οι
παράγοντες μπορεί να είναι ανοσολογικοί, αλλεργικοί,
νευρογενείς, μικροβιακοί, ιογενείς ή ακόμα και
περιβαλλοντικοί οι οποίοι έχουν σαν κοινό αποτέλεσμα
την επιδεινούμενη φλεγμονή της ουροδόχου
κύστης.
Το ενδιαφέρον είναι ότι το
σύνδρομο της Επώδυνης Κύστης / Διαμέσου Κυστίτιδας
μερικές φορές συνδυάζεται με παθήσεις όπως:
ο πόνος στους μύες και στις αρθρώσεις, το σύνδρομο
της χρόνιας κόπωσης, το ευερέθιστο έντερο (σπαστική
κολίτιδα), η ινομυαλγία, η
αιδιοδυνία, διάφορες αλλεργίες, η ρευματοειδής
αρθρίτιδα, ο συστηματικός ερυθηματώδης λύκος, το
σύνδρομο
Sjogren,
και οι παθήσεις του θυρεοειδούς.
Η διάγνωση είναι δύσκολη και πολλές φορές
γίνεται με καθυστέρηση με αποτέλεσμα την παράταση
της ταλαιπωρίας του ασθενούς. Αυτό οφείλεται και στο
ότι οι ιατροί δεν την σκέφτονται σαν διαγνωστική
πιθανότητα, αλλά και γιατί δεν υπάρχουν σαφή
διαγνωστικά κριτήρια για το
σύνδρομο
της Επώδυνης Κύστης / Διαμέσου Κυστίτιδας. Μαζί με
κάποια άλλα κλινικοεργαστηριακά κριτήρια η διάγνωση
τίθεται με ένα ειδικό τρόπο κυστεοσκόπησης και με τη
βιοψία της ουροδόχου κύστης. Η τυπική κυστεοσκοπική
εικόνα της Διαμέσου Κυστίτιδας χαρακτηρίζεται από
στικτά αιμορραγικά σημεία
.
Μπορούμε
να πούμε ότι δεν υπάρχει «πανάκεια» για το σύνδρομο
της Επώδυνης Κύστης / Διαμέσου Κυστίτιδας. Δεν
υπάρχει δηλαδή κάτι που να μπορεί να χορηγηθεί και
θεραπεύσει τη νόσο, όπως πχ η αντιβίωση θεραπεύει
την βακτηριακή λοίμωξη.
Αντί
αυτού προτιμάται η θεραπεία να εξατομικεύεται για
κάθε ασθενή, και δεν υπάρχει φάρμακο το οποίο να
είναι εξίσου αποτελεσματικό σε όλους τούς ασθενείς.
Σχόλιο του Χειρουργού Ουρολόγου κ. Καλύβα
Γενικώς οι θεραπευτικές
δυνατότητες είναι διάφορες και περιλαμβάνουν ειδικές
οδηγίες για δίαιτα, τροποποίηση κάποιων συνηθειών,
επιλεγμένη φαρμακευτική θεραπεία,
ενδοκυστικές εγχύσεις φαρμάκων,
διάταση της κύστης υπό αναισθησία, νευρο-ηλεκτροδιέγερση,
θεραπεία με
Laser,
και σε ανθεκτικές περιπτώσεις χειρουργικές
επεμβάσεις όπως η
έγχυση Αλλαντικής Τοξίνης (BOTOX),
η
τοποθέτηση της ηλεκτρονικής
συσκευής
Interstim,
και η μεγεθυντική
κυστεοπλαστική.
Είμαι στη διάθεση σας για περαιτέρω διευκρινήσεις
>>>
|
|